Mariä Verkündigung
Esslingen

Feiertag - im Aufbau

Ο Άγιος ΕΥΦΡΟΣΥΝΟΣ ο μάγειρας
Υπήρξε αγράματος, αλλ΄αληθινά ευσεβής και πιστός. Έκανε οικονομίες με στερήσεις του εαυτού του, μόνο και μόνο για να κάνει ελεημοσύνες. Το επάγγελμά του του επέτρεπε να τρώει πρώτος τα καλύτερα φαγητά. Αυτό όμως, δεν θέλησε να το μεταχειριστεί ποτέ. Έτρωγε με μεγάλη ευχαρίστηση τα χόρτα και τις ελιές του, τη στιγμή που έβραζαν ή έψηναν μπροστά του τα ορεκτικότερα κρέατα και τα προκλητικότερα ψάρια. Κατόπιν ο Ευφρόσυνος πήγε σε μοναστήρι, όπου και εκεί εξασκούσε το έργο του μαγείρου. Αλλ΄αυτός, αντίθετα από ότι στα κοσμικά ξενοδοχεία, στο μοναστήρι έφτιαχνε μετριώτατο φαγητό. Μερικοί που τον ειρωνεύονταν γι΄αυτή του την κατάσταση, ο Ευφρόσυνος με πραότητα απαντούσε: "Η καλή μαγειρική δεν είναι τόσο καλός βοηθός για την βασιλεία των ουρανών. Την πολλή ευφροσύνη που ζητούν τα σώματα, θα τη χάσουν κατ΄ανάγκην οι ψυχές. Και εγώ δεν έχω εδώ προορισμό να σας κολάσω". Τελικά ο Ευφρόσυνος, πέθανε σ΄ένα ερημικό ησυχαστήριο. Και η Εκκλησία, που ξέρει ότι στην αιώνια ζωή δεν έχει κανένα ανώτερο δικαίωμα από έναν μάγειρα ένας βασιλιάς ή φιλόσοφος, ανέγραψε μεταξύ των αγίων της τον μάγειρο Ευφρόσυνο, επειδή ήξερε και να πιστεύει και να ζεί κατά το θέλημα του Θεού.
Η Οσία ΘΕΟΔΩΡΑ
Καταγόταν από την Αλεξάνδρεια και ήταν συνεζευγμένη με ευσεβή άνδρα. Η ζωή της Θεοδώρας ήταν τίμια, ενάρετη και αφοσιωμένη στο σύζυγό της. Όμως, ο μισόκαλος διάβολος, σε κάποια στιγμή αδυναμίας της Θεοδώρας, την έσπρωξε κρυφά στη μοιχεία. Κανείς δεν την είδε. Κανείς δεν το έμαθε. Μπορούσε, επομένως, να συνεχίσει αρμονικά τη ζωή της με το σύζυγό της. Όταν, όμως, άκουσε τα λόγια του Ευαγγελίου, με τα οποία ο Κύριος διδάσκει ότι "ούκ έστι κρυπτόν, ο ου φανερόν γενήσεται", δεν υπάρχει, δηλαδή, κρυφό, το οποίο δε θα γίνει φανερό στο μέλλον, σκέφθηκε το βάθος της αμαρτίας της και έκλαψε πικρά. Ντύθηκε έπειτα ανδρικά, πήγε σε μοναστήρι και εκάρη μοναχός με το όνομα Θεόδωρος. Εκεί, μέρα-νύκτα μετανοούσε και έκλαιγε την αμαρτία της. Μετά από δύο χρόνια, συκοφαντήθηκε ότι πόρνευσε με γυναίκα, όταν έφεραν ένα νεογέννητο μωράκι έξω από την πόρτα του μοναστηριού. Τότε η Θεοδώρα πήρε το βρέφος και για επτά ολόκληρα χρόνια, έξω από το μοναστήρι με διάφορες κακουχίες, το ανέθρεψε σάν δικό της. Όταν επανήλθε στο μοναστήρι, το ταλαιπωρημένο σώμα της μετά από λίγο καιρό ξεψύχισε. Τότε οι μοναχοί, όταν διαπίστωσαν το φύλο της, θαύμασαν και όλοι μαζί δόξασαν το Θεό.

Κοντάκιον Ήχος α' Χορός, Αγγελικός Τήν νύκτα τών παθών, εκφυγούσα θεόφρον, προσήλθες νοητώς, τώ Ηλίω τής δόξης, ασκήσει νεκρώσασα, τής σαρκός τά σκιρτήματα, όθεν γέγονας, υπογραμμός μοναζόντων, καί ανόρθωσις, τών πεπτωκότων έν βίω, διό σε γεραίρομεν.